Η ενδομητρίωση είναι μια από τις πιο συχνές γυναικολογικές παθήσεις, επηρεάζοντας περίπου 1 στις 10 γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης δεν είναι εμφανή αλλά μπορούν να οδηγήσουν μέχρι και στην υπογονιμότητα. Είναι σύνηθες γυναίκες με ενδομητρίωση να υποφέρουν μέχρι και μια δεκαετία πριν επισκεφτούν το γιατρό τους ώστε να λάβουν μία σωστή διάγνωση της πάθησης. Τα συμπτώματα συνοπτικά επικεντρώνονται στον πόνο της περιόδου (έμμηνος ρήση), στον πυελικό πόνο που δεν συνδέεται με την περίοδο, όπως ο πόνος κατά τη ερωτική επαφή ή ο πόνος στις καθημερινές δραστηριότητες μιας γυναίκας. Οι γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση υπόκεινται σε σωματικό πόνο, που συχνά συνοδεύεται από συναισθηματική διαταραχή (χρονιότητα της νόσου) αλλά και σε οικονομική επιβάρυνση, αν η πάσχουσα γυναίκα προβεί σε χειρουργική αντιμετώπιση, όπως συνηθίζεται.
Μη Επεμβατική αντιμετώπιση της Ενδομητρίωσης
Αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης
Οι τρέχουσες επιλογές αντιμετώπισης και θεραπείας της ενδομητρίωσης είναι περιορισμένες ενώ τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε ελάχιστη πρόοδος για την θεραπεία της.
Μέχρι σήμερα, η συνήθης επιλογή για την αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης είναι η χειρουργική προσέγγιση, τις περισσότερες φορές οδηγώντας την γυναίκα σε πολλαπλά χειρουργεία. Οι ιατρικές, όμως, επιλογές της γυναίκας περιλαμβάνουν αντισυλληπτικά χάπια, το σπιράλ μιρένα, φάρμακα για τον πόνο (όπως μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα), ορμονικές θεραπείες και αγωνιστές ορμόνης απελευθέρωσης γοναδοτροπίνης (GnRH). Οι έρευνες για νέες θεραπείες εξετάζουν διαφορετικές προσεγγίσεις όπως την στοχευμένη θεραπεία που καταστέλλει τις ορμόνες των ωοθηκών για την ανάπτυξη των ωοθυλακίων και την ωορρηξία. Ενημερωτικά, τον Ιούλιο του 2018, εγκρίθηκε στην Αμερική το πρώτο σκεύασμα GnRH σε χάπια για γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση με μέτριο ως σοβαρό πόνο.
Η θεραπεία για την ενδομητρίωση πρέπει να είναι εξατομικευμένη με στόχο την διατήρηση της γονιμότητας της γυναίκας, την αποφυγή επαναλαμβανόμενων χειρουργείων και την ανακούφιση του πόνου.
Σπιράλ Μιρένα (Mirena coil)
Το σπιράλ Mirena είναι μια μικρή πλαστική ενδομήτρια συσκευή σε σχήμα Τ, που χρησιμοποιείται από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 για αντισύλληψη. Περιέχει μια ουσία παρόμοια με την προγεστερόνη η οποία απελευθερώνεται στη μήτρα. Η διάρκεια του σπιράλ Mirena είναι για μια περίοδο 5 ετών. Επίσης, τα τελευταία χρόνια, χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για τη θεραπεία γυναικών με ενδομητρίωση, παρόλο που δεν προορίζεται για την θεραπεία της ενδομητρίωσης.
Αν και δεν υπάρχουν εκτεταμένες μελέτες σχετικά με την χρήση του σπιράλ Mirena ως αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης, οι λίγες διαθέσιμες μελέτες δείχνουν ότι είναι μια αποτελεσματική θεραπεία για την ενδομητρίωση ενώ παράλληλα είναι μια ασφαλής μέθοδος αντισύλληψης.
Το πλεονεκτήματα του σπιράλ Mirena, ως μέθοδος αντιμετώπισης της ενδομητρίωσης συνοψίζονται στα εξής:
- Λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες.
- Ευκολία για τη γυναίκα, δεν χρειάζεται να παίρνετε καθημερινά χάπια ή να κάνετε τακτικά ενέσεις.
- Δεν χρειάζεστε αντισύλληψη.
- Δυνατότητα συνεχούς θεραπείας αποφεύγοντας τις επαναλαμβανόμενες βραχυχρόνιες θεραπείες και υποτροπής της ενδομητρίωσης.
- Αισθητά μειωμένο κόστος.
Τοποθέτηση / Εισαγωγή σπιράλ Mirena
Πριν από την τοποθέτηση του σπιράλ Mirena, ο γιατρός σας θα εξετάσει διεξοδικά για να βεβαιωθείτε ότι δεν υπάρχει κάποιο προβλήματα. Μπορεί να τοποθετηθεί στο ιατρείο (βλ. Υπηρεσίες Ιατρείου) ή με τοπική/γενική αναισθησία σε δύσκολα περιστατικά
Αφού τοποθετηθεί ο γιατρός σας θα σας συμβουλέψει να αποφύγετε την ερωτική επαφή για τουλάχιστον 24 ώρες.
Το σπιράλ Mirena διαρκεί για 5 χρόνια και μπορεί να αφαιρεθεί όποτε θέλετε κατά τη διάρκεια γυναικολογικής εξέτασης.
Σημειώνεται ότι δεν μπορεί να τοποθετηθεί αν είστε ή υποψιάζεστε ότι είστε έγκυος, νωρίτερα από 6 εβδομάδες από φυσιολογικό τοκετό, 12 εβδομάδες από τοκετό με καισαρική τομή ή αν είχατε κάποια λοίμωξη τους τελευταίους 3 μήνες πριν την τοποθέτησή του.
Συμπτώματα που σχετίζονται με το προγεσταγόνο
Αν και η λεβονογγεστρέλη απελευθερώνεται στη μήτρα, μια μικρή ποσότητα απορροφάται στην κυκλοφορία του αίματος. Η ποσότητα όμως αυτή είναι πολύ μικρότερη από άλλες μεθόδους αντισύλληψης, οπότε λιγότερες γυναίκες παρουσιάζουν παρενέργειες από ό, τι με τις άλλες θεραπείες προγεστογόνου για ενδομητρίωση. Εάν εμφανισθούν ανεπιθύμητες ενέργειες, είναι συνήθως ήπιες και ανεκτές και συχνά εξαφανίζονται μετά από 4-6 εβδομάδες.
Η πιο συχνή παρενέργεια του σπιράλ Mirena είναι μια προσωρινή διαταραχή της περιόδου μέχρι το σώμα να προσαρμοστεί. Ωστόσο, αυτά τα προβλήματα συνήθως αποκαθίστανται μετά από 3-6 μήνες.
Άλλα συμπτώματα που σχετίζονται με το προγεσταγόνο περιλαμβάνουν την παρουσίαση ακμής, τη μειωμένη ερωτική διάθεση, πονοκεφάλους, πόνο στη μέση, ναυτία, πόνοι περιόδου, αυξημένη εφίδρωση, ευαισθησία στο στήθος και την κατακράτηση.
Το σπιράλ Mirena έχει σχεδιαστεί για να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο μόλυνσης. Παρ’ όλ’ αυτά περίπου το 1,5% των γυναικών θα αναπτύξουν κάποια λοίμωξη, όπως πυελική νόσο ή κάποια λοίμωξη που σχετίζεται με σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες.
Θα πρέπει να επικοινωνήσετε με το γιατρό σας αμέσως εάν αρχίσετε να αντιμετωπίζετε επίμονο κοιλιακό πόνο, πυρετό, πόνο στην ερωτική επαφή ή μη φυσιολογική αιμορραγία, καθώς αυτά τα συμπτώματα μπορεί να υποδηλώνουν πυελική λοίμωξη. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να αφαιρεθεί το σπιράλ.
Θέση σπιράλ
Σε περίπου 5% των γυναικών, οι μυϊκές συσπάσεις της μήτρας σπρώχνουν το σπιράλ χωρίς να το βγάζουν ή το αποβάλλουν από τη μήτρα. Αυτό είναι πιθανό να συμβεί τους πρώτους μήνες μετά την εισαγωγή.
Μπορείτε να ελέγξετε ότι είναι στη θέση του εάν αισθάνεστε τα 2 μαύρα νήματα που κρέμονται από τη βάση του. Εάν δεν μπορείτε να τα αισθανθείτε τότε επικοινωνήστε με το γιατρό σας.
Μην τραβάτε ποτέ τα νήματα, γιατί μπορεί να τραβήξετε τυχαία τη συσκευή.
Εγκυμοσύνη και θηλασμός
Δεν πρέπει να τοποθετήσετε το σπιράλ Mirena εάν είστε ή υποσιάζεστε ότι είστε έγκυος.
Το σπιράλ είναι μια μακροχρόνια αντισυλληπτική συσκευή με πολύ χαμηλό ποσοστό αποτυχίας. Εάν θέλετε να μείνετε έγκυος τότε θα πρέπει να το αφαιρέσετε.
Μικρές ποσότητες προγεσταγόνων έχουν βρεθεί στο γάλα των μητέρων το οποίο όμως δεν έχει επιβλαβείς επιδράσεις στο μωρό.